04-09-16 Συνέντευξη του Νίκου Φίλη στο ΑΠΕ
O Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Νίκος Φίλης παραχώρησε συνέντευξη στο ΑΠΕ. Ακολουθεί η συνέντευξη του Υπουργού:
Ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες η διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών. Πώς βλέπετε το νέο τηλεοπτικό τοπίο που προέκυψε; Θεωρείτε ότι αποτελεί επιτυχία για την κυβέρνηση και ιδιαίτερα για τον πρωθυπουργό;
Η κυβέρνηση καθόρισε και εγγυήθηκε μέχρι το τέλος μια διαδικασία πλήρους διαφάνειας και αντικειμενικότητας, η οποία, συν τοις άλλοις, θα αποφέρει ένα σημαντικό ποσό χρημάτων στο δημόσιο ταμείο. Οι συμμετέχοντες, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, αντιμετωπίσθηκαν επί ίσοις όροις , όπως προκύπτει από το αποτέλεσμα.
Το νέο τηλεοπτικό τοπίο, με κανόνες και με νόμιμες-πληρωμένες άδειες, θέτει τέλος στο καθεστώς των προσωρινών αδειών, δηλαδή το καθεστώς της ασυδοσίας, που διήρκεσε τελικώς 25 χρόνια.
Χρειάστηκε βεβαίως να ανατραπεί το αμαρτωλό πολιτικό σύστημα που εξέθρεψε την διαπλοκή και την ανομία. Η εξέλιξη φυσικά συνιστά επιτυχία της κυβέρνησης, του αρμόδιου υπουργού και του πρωθυπουργού προσωπικά. Θα προσέθετα ότι πρόκειται για δικαίωση των αγώνων πολλών εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αυθαιρεσία των βαρόνων των media. Αυτήν την ώρα των δημοκρατικών αλλαγών σκέφτομαι ακόμη τους χιλιάδες πολίτες οι οποίοι κάθε βράδυ από το δελτίο των 8 δέχονταν ριπές συκοφαντικών σχολίων επειδή αγωνίζονταν κατά της λιτότητας και του αυταρχισμού.
Απομένουν όμως δύο σοβαρές προϋποθέσεις, τα επόμενα βήματα για την διασφάλιση του δικαιώματος των πολιτών στην ενημέρωση. Το πρώτο είναι η συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), που δεν έχει καταστεί δυνατή εξαιτίας της επιλογής της ΝΔ να παρεμποδίσει την αδειοδότηση των καναλιών και το δεύτερο είναι η περαιτέρω αναβάθμιση του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα, της ΕΡΤ, που η ποιότητα και η λαϊκότητά του μπορούν να διαμορφώσουν υψηλά standards και για τον ιδιωτικό τομέα.
Η ολοκλήρωση του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες επιβεβαιώνει ότι η χώρα έχει εισέλθει σε μια περίοδο πολιτικής σταθερότητας, ότι τα συμφέροντα του παρελθόντος δεν μπορούν να ποντάρουν στα σενάρια της «αριστερής παρένθεσης», ότι η κυβέρνηση ξεκινά από μια νέα αφετηρία το έργο της, που συνίσταται στην αντιμετώπιση της λιτότητας, τη διεύρυνση της Δημοκρατίας και την ίδρυση ενός νέου κοινωνικού κράτους. Χωρίς να παρεμβάλλονται «παράσιτα» .
Σε δέκα ημέρες χτυπά το πρώτο κουδούνι της σχολικής χρονιάς. Θα κερδίσει, τελικά, το υπουργείο το στοίχημα για ανοιχτά σχολεία, με βιβλία και εκπαιδευτικούς, όλα στη θέση τους από την πρώτη μέρα;
Δίνουμε μάχη η χρονιά να ξεκινήσει με τα λιγότερα δυνατά προβλήματα. Έχουμε εξασφαλίσει πιστώσεις για συνολικά 20.800 προσλήψεις αναπληρωτών, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα γίνει πριν την έναρξη του σχολικού έτους στις 12 Σεπτεμβρίου. Διορθώσαμε στρεβλώσεις στη διαδικασία υπολογισμού των κενών και των πλεονασμάτων εκπαιδευτικών. Τα βιβλία έχουν ήδη σταλεί. Το στοίχημα θα κερδηθεί.
Βλέπετε σκοπιμότητες «πίσω» από τα εμπόδια που έχουν προκύψει; Σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς, είναι αδύνατον να υπολογιστούν τα λειτουργικά κενά πριν λειτουργήσουν τα σχολεία.
Η άκριτη αποδοχή αυτού του ισχυρισμού οδηγεί κάθε Σεπτέμβρη σε προβλήματα. Είναι μία από τις αιτίες που σπρώχνει τη λειτουργία των σχολείων αρκετά αργότερα από την ημέρα του αγιασμού. Ο υπολογισμός των λειτουργικών κενών δεν είναι κάποιος γρίφος για δυνατούς λύτες. Οι διευθυντές των σχολείων γνωρίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις ανάγκες των σχολείων τους και μπορούν εγκαίρως να κάνουν τον προγραμματισμό τους ώστε αυτά να λειτουργήσουν από τη πρώτη μέρα. Φυσικά μπορεί να υπάρξουν διαφοροποιήσεις ή ανατροπές σε κάποια σημεία αλλά ο προγραμματισμός μπορεί και πρέπει να γίνεται πριν χτυπήσει το πρώτο κουδούνι. Αυτό επιδιώξαμε φέτος. Βεβαίως και συναντήσαμε αντιστάσεις. Αυτό συμβαίνει πάντα όταν προσπαθείς να αντιμετωπίσεις παθογένειες δεκαετιών, που στο χώρο της εκπαίδευσης αναπαράγονταν από το δικομματικό πελατειακό κράτος και στηρίζονται σε μικροκομματικές αντιπαραθέσεις και παρασυνδικαλιστικές πρακτικές.
Επαναλαμβάνετε πολύ συχνά το τελευταίο διάστημα ότι η ομαλή έναρξη της χρονιάς αποτελεί «επιστροφή στην κανονικότητα». Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η κανονικότητα;
Το αυτονόητο, το κανονικό για την εκπαίδευση, δηλαδή, ανοιχτά σχολεία, με όλα τα βιβλία, με τους αναγκαίους αναπληρωτές και με όλο το μόνιμο προσωπικό στη θέση του, έχει καταστεί μείζον. Η επιστροφή στην κανονικότητα δεν αφορά μόνο στην εκπαίδευση. Αφορά όλα τα κοινωνικά πεδία. Οι πολίτες θέλουν να αντικρίσουν επιτέλους την έξοδο της χώρας μας από το μνημονιακό τέλμα και τη βήμα-βήμα επιστροφή στην κανονικότητα. Δυστυχώς κανονικότητα για τη ΝΔ είναι η απαξίωση του δημόσιου σχολείου και η υπεράσπιση του δικαιώματος των σχολαρχών να απολύουν, οι απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και το κλείσιμο δημόσιων σχολείων.
Φέτος θα λειτουργήσουν, για πρώτη φορά, τα ενιαίου τύπου ολοήμερα νηπιαγωγεία και δημοτικά, ενώ και στο γυμνάσιο θα υπάρξουν αλλαγές στο ωρολόγιο πρόγραμμα και τις εξετάσεις, μεταξύ άλλων. Οι αλλαγές στο λύκειο και την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση πότε θα είναι ώριμες από πλευράς υπουργείου να παρουσιαστούν; Έχουν «κλειδώσει» ήδη κάποιες από τις αλλαγές αυτές;
Πρόθεση μας είναι η αναμόρφωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ώστε να αποκτήσει το Λύκειο το μορφωτικό ρόλο του και την επιλογή για την είσοδο στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση.Το σύστημα 4 χρόνια Γυμνάσιο και 2 χρόνια Λύκειο δεν είναι εφικτό να εφαρμοσθεί αυτή την στιγμή. Θα αποτελέσει όμως βάση διαλόγου. Θα πάμε βήμα βήμα, ξεκινώντας από την αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών και των μεθόδων διδασκαλίας, κατά προτεραιότητα στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, με στόχο να περιορισθεί δραστικά η παραπαιδεία και να ενταχθεί μέσα στο σχολείο το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Θα απαιτηθούν όμως και άλλες αλλαγές, όπως η αναβάθμιση της Τεχνικής-Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, για να πάψει να είναι σχολείο β κατηγορίας και να αποτελέσει το εκπαιδευτικό εφαλτήριο για την έξοδο της χώρας μας από την κρίση.
Στην ομιλία σας στη Βουλή την περασμένη Τετάρτη, κάνατε λόγο για «ψήγματα σύγκλισης», αναφερόμενος στο «παρών» που ψήφισαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, πλην της ΝΔ και της ΧΑ. Πώς σκοπεύετε να τα αξιοποιήσετε; Ο διάλογος για την Παιδεία ήδη φαίνεται να έχει φτάσει στο τέλος του, έχοντας παράξει τα περισσότερα από τα αποτελέσματα που αναμένονταν.
Στη Βουλή διαμορφώθηκε κλίμα σύγκλισης, για πρώτη φορά σε τόσο εύρος, επί νομοσχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ μαζί με την Χρυσή Αυγή επέλεξαν να καταψηφίσουν τις διατάξεις του νομοσχεδίου για την ιδιωτική εκπαίδευση. Mε αυτή τη στάση της η ΝΔ, αρνούμενη να υποστηρίξει αλλαγές που είχαν θεσμοθετηθεί επί κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή και υπουργού Παιδείας Γ. Ράλη, το 1977, επιβεβαίωσε ότι έχει πρόβλημα ταυτότητας. Η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη συζητά την πρόταση σχολαρχών να δίνει το κράτος κουπόνι, voucher, ώστε οι γονείς να επιλέγουν όποιο σχολείο, ιδιωτικό ή δημόσιο θέλουν. Πρόκειται για περίεργη αντίληψη ιδιωτικοποίησης δημόσιων πόρων, που η ιστορία μας διδάσκει ότι συνοδεύεται από φαινόμενα εκτεταμένης διαφοράς.
Το μέτρο στις λίγες χώρες που εφαρμόστηκε οδήγησε στη συρρίκνωση της κρατικής χρηματοδότησης για την Παιδεία και οδήγησε στην έκρηξη των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων καθώς τα περισσότερα σχολεία και εκπαιδευτικοί υποβαθμίστηκαν, χάθηκαν σε μια αγορά χωρίς την αντισταθμιστική παρέμβαση του κράτους. Και έτσι, αντιλαμβανόμαστε τι εννοεί ο κ. Μητσοτάκης τι εννοεί ο κ. Μητσοτάκης όταν αποκαλεί τους μαθητές «πελάτες» των σχολείων.
Σας ασκείται κριτική για τον τρόπο που θέλετε να αλλάξετε τα Θρησκευτικά και την Ιστορία στα σχολεία. Πώς απαντάτε σε αυτή την κριτική;
Η αναμόρφωση του μαθήματος των Θρησκευτικών αποτελεί προϋπόθεση για να παραμείνει υποχρεωτική η διδασκαλία του σε όλους τους μαθητές. Υπάρχει το σχετικό πόρισμα της αρμόδιας Επιστημονικής Επιτροπής του ΙΕΠ που προτείνει την μετατροπή του μαθήματος από ομολογιακό-κατηχητικό σε μάθημα γνώσης των θρησκειών, με ιδιαίτερη έμφαση στην ορθοδοξία. Θα υπάρξει φυσικά η απαιτούμενη επιμόρφωση των θεολόγων ώστε να υποστηρίξουν τη νέα ύλη του μαθήματος.
Για το μάθημα της Ιστορίας δεν υπάρχει ανάλογη επεξεργασία που να έχει φτάσει σε πόρισμα. Υπάρχουν βεβαίως επεξεργασίες από το παρελθόν που όμως η εθνικιστική προκατάληψη και ο φόβος του πολιτικού κόστους εμπόδισαν την αξιοποίησή τους. Πιστεύω ότι η διδασκαλία της περιόδου του εμφυλίου πόλεμου μπορεί να ενισχύσει την θετική σχέση των πολιτών με την ιστορική αλήθεια καθώς και την εθνική αυτογνωσία και συμφιλίωση. Προφανώς είναι ευαίσθητο θέμα και χρειάζεται ψυχραιμία και σεβασμό στα γεγονότα, τον πόνο και τις μνήμες όλων των Ελλήνων.
Είναι ώρα να προχωρήσουμε σε αλλαγές και στα προγράμματα σπουδών της Ιστορίας.